- λογίῳ
- λόγιονoracleneut dat sgλόγιοςofmasc/neut dat sg
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
λογίωι — λογίῳ , λόγιον oracle neut dat sg λογίῳ , λόγιος of masc/neut dat sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
онъ — (онъ5000) мест. указат. 1.Указывает на предмет или явление, удаленные от пишущего или говорящего. Тот, не этот: хотѧщааго… ты˫а самы˫а бѣды… принести на онъ полъ италиискы˫а страны. (πρὸς τὰ περαματικο) КЕ XII, 133а; i сто˫аша не(д)лю на бродѣ, а … Словарь древнерусского языка (XI-XIV вв.)
MERCURIUS — I. MERCURIUS Iovis et Maiae fil. Graecis Hermes ἀπὸ τοῦ ἑρμηνεύειν. h. e. ab interpretando dictus. Voss. vero Ἑρμῆς vult esse ab Gap desc: Hebrew i. e. sermo, eloquium. Erat enim nuntius Deorum, unde Heratio in Odis l. 1. Od. 10. Superis Deorum… … Hofmann J. Lexicon universale
λόγια — τα (Μ λόγια) 1. λέξεις ή φράσεις, κουβέντες, λόγοι 2. φρ. α) «με δυο λόγια» ή «με λίγα λόγια» κοντολογίς β) «χάνω τα λόγια μου» μάταια προσπαθώ να πείσω νεοελλ. φρ. α) «κακά λόγια» αισχρολογίες, βωμολοχίες β) «καλά λόγια» επαινετικοί λόγοι γ)… … Dictionary of Greek
λογή — η είδος· χρησιμοποιείται μόνο στη γενική του ενικού και του πληθυντικού: λογής, λογιώ(ν): Το μαγαζί του ήταν γεμάτο με κάθε λογής υφάσματα. – Φυτέψαμε λογιών λογιών λουλούδια … Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)